Δευτέρα 22 Αυγούστου 2011

Άξονες και κανονιοφόροι…

Του Γιάννου Χαραλαμπίδη
Δρ Διεθνών Σχέσεων



Το νομικό και στρατηγικό ζήτημα των πετρελαίων
Η στρατηγική συμμαχία με το Ισραήλ και η διαφορετική γλώσσα της Υπουργού Εμπορίου
Θα κτυπήσει η Τουρκία στόχους ισραηλινών συμφερόντων και θα αφήσουν οι ΗΠΑ να ξεσπάσει κρίση
Το θέμα του φυσικού αερίου εντός της κυπριακής Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης ενοχλεί την Τουρκία για πολλούς λόγους. Για να μπορέσει να αντιμετωπίσει η Κυπριακή Δημοκρατία την Άγκυρα θα πρέπει πρώτα να κατανοήσει πόσο σημαντικό είναι το ζήτημα για την ίδια αλλά και για την Τουρκία. Και κυρίως να αντιληφθεί τα πλεονεκτήματα που προσφέρονται σε στρατηγικό επίπεδο, αλλά και κάτι άλλο: Να έχει την πολιτική πρόθεση και την ικανότητα να προχωρήσει σε συμμαχίες και να χαράξει στρατηγική μακράν ιδεολογικών προκαταλήψεων επί τη βάσει των αρχών του ρεαλισμού, δηλαδή των ισοζυγίων δυνάμεων και του παιγνίου της ισχύος.
Τουρκική συνταγή
Το σημαντικότερο ζήτημα δεν είναι μόνο ο πλούτος του φυσικού αερίου σε χρήμα και ανάπτυξη, αλλά οι αλλαγές των ισοζυγίων δυνάμεων, που μπορούν να προκύψουν στην περιοχή μας, αρχής γενομένης με τη δημιουργία ενός άξονα από το Ισραήλ ώς την Κύπρο και από εκεί στην Ελλάδα με κατεύθυνση την Ευρώπη. Εάν ο άξονας αυτός είναι στρατηγικός, τότε η Τουρκία θα βρεθεί ενώπιον νέων δεδομένων, που σχετίζονται αφενός με το στόχο της να αναδειχθεί ως περιφερειακή δύναμη, αφετέρου να καταστεί αδιαμφισβήτητο σταυροδρόμι των πετρελαίων και κατ' επέκταση της ενέργειας. Μια συνταγή την οποία χρησιμοποιεί η Άγκυρα εντός της ΕΕ προκειμένου να πείσει πόσο σημαντική είναι για τους εταίρους σε περίπτωση πλήρους ένταξης. Και επί αυτού του ισχυρισμού, ταυτοχρόνως, εκβιάζει στην εξής βάση: Εάν δεν προκύψει πλήρης ένταξη, δεν θα χάσει η Τουρκία, αλλά η ΕΕ.
Το μέχρι πρότινος σκηνικό μεταβάλλεται καθότι, ενώ η Τουρκία προέβαλλε ως ενεργειακή οδός, ο άξονας Κύπρου - Ισραήλ προς την Ευρώπη προβάλλει ως παραγωγός και προμηθευτής φυσικού αερίου με διπλωματικές, στρατιωτικές, στρατηγικές, οικονομικές, εμπορικές - ναυτιλιακές και γεωπολιτικές προεκτάσεις. Εάν θεωρήσουμε ότι η Τουρκία επιχειρεί να αναδειχθεί ως περιφερειακή δύναμη σε βάρος του Ισραήλ, φλερτάροντας από τη μια με τη Δύση (ΕΕ και ΗΠΑ) και από την άλλη με τη Συρία και το Ιράν, λογικό είναι να θεωρήσουμε επίσης το εξής: Το Ισραήλ θα συνεχίσει να είναι περιφερειακή δύναμη, διότι χωρίς την παρουσία του δημιουργείται ένα κενό ασφάλειας, το οποίο θα πυροδοτήσει μεγαλύτερες συνθήκες αποσταθεροποίησης από τις υφιστάμενες. Θα ανοίξει στο περιφερειακό και παγκόσμιο σύστημα μια άλλη μαύρη τρύπα.
Η συμμαχία του Ισραήλ με την Κύπρο συνιστά την πύλη του προς την ΕΕ και μια μόνιμη αποτρεπτική απειλή για την Τουρκία, εφ' όσον η Άγκυρα συνεχίσει να υιοθετεί επιθετική πολιτική έναντι του Τελ Αβίβ αλλά και έναντι της Λευκωσίας. Συνεπώς, και για την ίδια την Κυπριακή Δημοκρατία, η συμμαχία με το Ισραήλ λειτουργεί ως αποτρεπτική απειλή, αφού η Άγκυρα, για να προχωρήσει σε υλοποίηση στρατιωτικών απειλών και στην υιοθέτηση της κλασικής πολιτικής των κανονιοφόρων, θα πρέπει να γνωρίζει ότι θα πλήξει και τα ισραηλινά συμφέροντα.
Και το Ισραήλ είναι πολύ πειστικό στις αντιδράσεις του. Φτάνει στα άκρα!
Ερώτημα: Θα αφήσουν οι ΗΠΑ να συγκρουστούν Ισραήλ και Τουρκία; Μάλλον όχι. Επιπροσθέτως, η αποτροπή της Κύπρου θα ενισχυθεί εάν στην εκμετάλλευση του φυσικού αερίου εμπλακούν και άλλες εταιρείες περάν της “Noble Energy”, αμερικανικών συμφερόντων, όπως και άλλων, δηλαδή ευρωπαϊκών, ακόμη και ρωσικών που εμφανίζουν ήδη ενδιαφέρον.
Η σχέση Κύπρου - Ισραήλ μπορεί να ρυμουλκήσει στον άξονα και την αποδυναμωμένη Ελλάδα, η οποία υποκύπτει στις τουρκικές απειλές και δεν τολμά να καθορίσει τη δική της ΑΟΖ στην περιοχή του Καστελόριζου. Η Τουρκία ουδόλως θέλει τον καθορισμό ελληνικής ΑΟΖ διότι, αφενός, τα όρια της ελληνικής θα συμπίπτουν με εκείνα της κυπριακής και, αφετέρου, η Τουρκία δεν θα μπορεί να έχει επαφή με την Αίγυπτο, διά του καθορισμού δικής της ΑΟΖ. Επιπροσθέτως, η Τουρκία θέλει να ισχυρίζεται ότι και το ψευδοκράτος διαθέτει ΑΟΖ. Και ότι δεν μπορεί να αναγνωρίζεται η Κυπριακή Δημοκρατία.
Συνεπώς, η στάση της Τουρκίας καθορίζεται από τις εξής παραμέτρους: 1. Τη νομική διάσταση του Κυπριακού, που σημαίνει ότι η Άγκυρα δεν θα δεχθεί την αναγνώριση της Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω της ΑΟΖ και του διεθνούς δικαίου. 2. Την ενεργειακή. Εάν η Τουρκία δεχθεί την ενεργειακή αναβάθμιση της Κύπρου και δεν αντισταθεί στη συμμαχία της Λευκωσίας με το Ισραήλ, θα δημιουργηθούν νέα γεωστρατηγικά και γεωπολιτικά δεδομένα που θα απειλήσουν την αναθεωρητική πολιτική της Άγκυρας στην περιοχή, όπως αυτή άρχισε να καθορίζεται μετά την αποχώρηση της Μεραρχίας το ΄67, καθορίστηκε με την εισβολή του ΄74 και αναμένει τη νομιμοποίηση μέσω της λύσης του Κυπριακού.
Η ΤΟΥΡΚΙΑ προβάλλει τον διπλό συναφή ισχυρισμό ότι: Α. Εάν δεν σταματήσει η κυπριακή Κυβέρνηση τις προσπάθειες για την εκμετάλλευση του φυσικού αερίου, θα επηρεαστούν οι συνομιλίες. Β. Η εκμετάλλευση του φυσικού αερίου θα πρέπει να γίνει μετά τη λύση. Εν ολίγοις, η Τουρκία συνεχίζει να θεωρεί την Κυπριακή Δημοκρατία ως δικό της προτεκτοράτο εφαρμόζοντας, όπως και στην περίπτωση της Ελλάδας, την πρακτική της «φινλανδοποίησης». Δηλαδή, οι επιλογές των Αθηνών και της Λευκωσίας φιλτράρονται και καθορίζονται επί τη βάσει του τουρκικού εθνικού συμφέροντος.
Υπό αυτές τις συνθήκες είναι σημαντικό για το αδύνατο κράτος να συνάπτει συμμαχίες με ισχυρότερα, όπως το Ισραήλ, και να χρησιμοποιεί τους μηχανισμούς της ΕΕ για να προστατεύει τα εθνικά του συμφέροντα υπό το μανδύα του δικαίου. Βεβαίως, η τέχνη του ρεαλισμού επιβάλλει τη σύγκλιση ή ακόμη και την ταύτιση των συμφερόντων του αδυνάτου με τους ισχυρούς. Δηλαδή με το Ισραήλ και τις ηγέτιδες χώρες της ΕΕ, καθώς και με τον παγκόσμιο ηγεμόνα όπως είναι οι ΗΠΑ, ή σημαντικούς παγκόσμιας εμβέλειας παίκτες και ισχυρούς της ενέργειας, όπως είναι η Ρωσία.
ΟΡΘΩΣ, λοιπόν, για επικοινωνιακούς λόγους η Υπουργός Εξωτερικών Ερατώ Μαρκουλλή τονίζει ότι θα εγείρει το ζήτημα των τουρκικών απειλών στο άτυπο Συμβούλιο των Υπουργών Εξωτερικών. Όμως, εάν οι διαμαρτυρίες αυτές δεν συνοδεύονται από συγκροτημένη στρατηγική, η οποία να πείθει τους Ευρωπαίους εταίρους ότι η στήριξή τους στην Κυπριακή Δημοκρατία δεν βασίζεται μόνο στο δίκαιο αλλά και στην πρακτική εξυπηρέτησης κοινών ενεργειακών συμφερόντων, πώς θα υπάρξει ουσιαστικό αποτέλεσμα; Η όποια στήριξη της ΕΕ θα είναι εθιμοτυπική και ουδόλως θα προκαλεί κόστος στην Τουρκία.
Το ζητούμενο δεν είναι η ικανοποίηση της εσωτερικής κοινής γνώμης, αλλά η παραγωγή ουσιαστικής πολιτικής. Και κανένα αποτέλεσμα δεν μπορεί να προκύψει εάν δεν υπάρχει συγκροτημένη στρατηγική. Και επί του παρόντος μια τέτοια στρατηγική δεν υπάρχει. Άλλωστε, η νέα Υπουργός Εμπορίου και Βιομηχανίας, Πραξούλλα Αντωνιάδου, αδυνατεί να κατανοήσει τους όρους και τις έννοιες της ασφάλειας και της στρατηγικής, ειδικώς όπως την αντιλαμβάνονται σοβαρά κράτη όπως το Ισραήλ.
Πώς, λοιπόν, θα καθίσει στο ίδιο τραπέζι μαζί τους, εφ' όσον δεν μπορεί να μιλήσει την ίδια γλώσσα, έχοντας την ψευδαίσθηση ότι η επίλυση των συγκρούσεων και ο καθορισμός των διεθνών συγκυριών μπορεί να εμπεδωθεί αφήνοντας περιστέρια στον αέρα και έχοντας την ψευδαίσθηση ότι με την αυτοϊκανοποίηση επέρχεται η σταθερότητα και ειρήνη. Και πού όλα αυτά; Σε μια περιοχή την οποία, όπως έχουμε ήδη επισημάνει πολλάκις, πλέον, από αυτές τις στήλες, η «περιστερά της Κύπρου» καλείται να επιβιώσει μεταξύ του «ισραηλινού λευκού καρχαρία» και του «ισλαμικού γερακιού» της Τουρκίας.
Το πρόβλημα, λοιπόν, της κυπριακής Κυβέρνησης και μεγάλου φάσματος της πολιτικής ηγεσίας δεν είναι μόνο να αντιληφθούν πώς αξιολογεί η τουρκική πολιτική την υπόθεση του φυσικού αερίου. Είναι, ταυτοχρόνως, πρόβλημα συστημικό και στρατηγικό. Ακόμη και όταν κατανοεί πώς ενεργεί η Τουρκία και ποιο είναι πρόβλημα, αδυνατεί να κατασκευάσει με τις ορθές μεταβλητές, όπως αυτές καθορίζονται από τον κλασικό ρεαλισμό και τους κανόνες της στρατηγικής, την πρόταση της λύσης, της αποτροπής της τουρκικής απειλής και της εξυπηρέτησης των κρατικών συμφερόντων, μέσω συμμαχιών που θα μπορούν να την κατοχυρώνουν σε ένα ιδιόμορφο στρατηγικό περιβάλλον, όπως είναι αυτό της περιοχής μας.
Η υφιστάμενη Κυβέρνηση εμφανίζεται να έχει να αντιμετωπίσει ακόμη έναν εχθρό. Τις δικές της ιδεολογικές ιδεοληψίες, που την κρατούν καθηλωμένη σε επιλογές που εκ των πραγμάτων δεν καθιστούν πιο ευέλικτη την τουρκική πολιτική. Υπό αυτές τις συνθήκες, οι επιλογές της, αδίκως θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ως λανθασμένες;
 

Δεν υπάρχουν σχόλια: