Κυριακή 28 Απριλίου 2013

Τα Νομοθετικά Διατάγματα ως υποκατάστατα των νόμων καταργούν και Βουλή και λαϊκή κυριαρχία


Ο πολίτης Π.Λ.Παπαγαρυφάλλου
 Πρόεδρος της Επιτροπής Ενημερώσεως Εθνικών Θεμάτων

Ετούτα τα κακόμορφα χρόνια της πολύμορφης και πολυεπίπεδης παρακμής που βιώνει η Ελλάδα, με πρωταγωνιστή το σάπιο πολιτικό σύστημα, η παρούσα τριτοκομματική «κυβέρνηση» όχι μόνο δεν κυβερνά αλλά και δεν νομοθετεί, αφού κάθε της κίνηση υπαγορεύεται από τους εντολοδόχους της Τρόικας.
Όταν όμως τολμά να νομοθετήσει το κάνει συνήθως με τα διαβόητα Νομοθετικά Διατάγματα (Ν.Δ.) η συχνή χρήση των οποίων συνιστά ωμή παραβίαση του Συντάγματος, το οποίο μετέτρεψε σε υποπόδιο των ανθελληνικών και κομματικών της επιδιώξεων μέσα στις οποίες κυριαρχούν οι νοσηρές προσωπικές πολιτικές φιλοδοξίες.
Φιλοδοξίες τις οποίες τούτος ο φαύλος λαός υπηρέτησε ασμένως από τη μεταπολίτευση και δώθε, σερνόμενος πίσω από τις φιλοδοξίες πολιτικών τζακιών.
Πόσο δίκαιο είχε ο Γάλλος πολιτικός φιλόσοφος Σ. Μοντεσκιέ (1689-1795) ο οποίος στο κλασικό του έργο: «Το Πνεύμα των νόμων», έγραφε σχετικά: «Η φιλοδοξία ενός προσώπου γίνεται η φιλοδοξία μιας οικογένειας και η φιλοδοξία μιας οικογένειας γίνεται η φιλοδοξία των πολλών» (βλ. το έργο του από τις εκδ. «Αναγνωστίδη», Αθήνα, χ.χ. σελ. 47.
Αυτές τις φιλοδοξίες υπηρέτησε ο «κυρίαρχος» λαός και οδηγηθήκαμε εδώ που βρισκόμαστε.
Έρχομαι στο θέμα: Επειδή η «κυβέρνηση» δεν εμπιστεύεται τη Βουλή, η οποία αποτελεί το θεμέλιο του δημοκρατικού πολιτεύματος και νομιμοποιεί τη δράση του –έστω αυτή η ενουχισμένη βουλή- καταφεύγει στην κατ’ ουσίαν εξωσυνταγματική της τακτική νομοθετώντας με τα διαβόητα Ν.Δ. και μάλιστα τόσο συχνά ώστε να καταργεί τη Βουλή, δηλαδή τη δημοκρατία!
Παραθέτω τη σχετική συνταγματική διάταξη η οποία ορίζει: «Σε έκτακτες περιπτώσεις εξαιρετικά επείγουσες και απρόβλεπτης ανάγκης,  ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας μπορεί ύστερα από πρόταση του Υπουργικού Συμβουλίου να εκδίδει πράξεις νομοθετικού περιεχομένου» (άρθρ. 44).
Το ζήτημα είναι κατ’ εξοχήν νομικό και πολιτικό και αποτέλεσε θέμα μελέτης και της επιστήμης και της νομολογίας, υπό το καθεστώς του Συντάγματος του 1952, από τον ογκόλιθο της νομικής επιστήμης καθηγητή της πολιτικής και μετέπειτα Ακαδημαϊκό αείμνηστοΓεώργιο Βλάχο.
Πρόκειται για ένα νομικό και πολιτικό δοκίμιο στο οποίο ο γράφων τίποτα το νέο δεν μπορεί να προσθέσει.
Το ντοκουμέντο αυτό πρωτοδημοσιεύθηκε στο Παρίσι, στα 1960 και τον ίδιο χρόνο στο «Νομικό Βήμα» του Δ.Σ.Α., στις σελ. 883-909 κατά μετάφραση της Αγνής Ρουσοπούλου.
Είχε τον τίτλο: «Τα νομοθετικά διατάγματα και οι τυπικοί νόμοι εις το συνταγματικόν μας δίκαιον» (Αναδημοσιεύθηκε στο έργο: «Θεσμοί και προβλήματα της σύγχρονης δημοκρατίας» (Μελέτες Ι, εκδ «Σάκκουλα», Αθήνα 1988, σελ. 213-287, από  όπου και μεταφέρω, εντελώς ενδεικτικά, μερικές πτυχές του θέματος (οι εντός παρενθέσεως αριθμοί υποδηλώνουν τη σελίδα αυτού του κειμένου).
Αρχίζω, λοιπόν, με την παρατήρηση ότι τη σχετική αρμοδιότητα ασκούσε τότε ο βασιλιάς ενώ τώρα την ασκεί ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, ο οποίος στην ουσία αποτελεί υπάλληλο των κομμάτων αφού ποτέ δεν διεφώνησε με κανένα νόμο και κανένα Διάταγμα.
1)     Αναδιπλώνω, λοιπόν, τη μελέτη του Γ. Βλάχου (Γ.Β.) ο οποίος, κάνοντας αναδρομές ιστορικές και επιστημονικές, γράφει: «Ο τυπικός νόμος εκπορευόμενος από την αντιπροσωπείαν, η οποία θεωρείται ως έκφρασις της κυρίαρχου θελήσεως του Έθνους, επέβαλε την ισχύν του εν Ελλάδι, όπως και αλλού» (215).
2)     «Υπό την πίεσιν διάφορων κοινωνικών και πολιτικών παραγόντων ήρχισαν να αναφαίνονται βαθμηδόν άλλαι διαδικασίαι εις το νομοθετείν, πλην του ψηφισθέντος υπό της Βουλής τυπικού νόμου, αι οποίαι κατέληξαν να επιφέρουν πλήρη σύγχυση εις το αρχικό συνταγματικόν σχήμα διακρίσεως της νομοθετικής από την εκτελεστικήν εξουσίαν» (215).
3)     «Πλειστάκις ησκήθη η νομοθετική εξουσία δια νομοθετικών διαταγμάτων εκδοθέντων βάσει ευρύτατων εξουσιοδοτήσεων ως π.χ. κατά τας περιόδους 1924-1927, 1986-1950 κ.τ.λ.» (216 και σημ. 11).    
Αυτό σημαίνει ότι η χρήση των Ν.Δ. γίνεται σε ανώμαλες πολιτικές και κοινωνικές καταστάσεις, όπως στην περίοδο του εμφυλίου.
4)     «Η προσφυγή εις τα αναγκαστικά διατάγματα συνιστούν εξωσυνταγματικάς διαδικασίας» (217) και «εφηρμόσθη εις τας πολεμικάς περιόδους του 1912-1913… της Μικρασιατικής Εκστρατείας, της Επαναστά­σεως του 1922, της οικονομικής κρίσης του 1928-1932… στα κινήματα της περιόδου 1933-1940 της εχθρικής κατοχής…» (219).        
Όπως βλέπουμε, η προσφυγή στους Αναγκαστικούς Νόμους και στα Ν.Δ. γίνεται μόνο σε ανάλογες περιπτώσεις και καταστάσεις, με τις οποίες δεν έχουν καμία απολύτως σχέση με τα όσα διαγράφει το ισχύον άρθρο 44 του Συντάγματος και στο οποίο καταφεύγει εξωσυνταγματικά η «κυβέρνηση»
5)     Ο Γ.Β. επικαλούμενος, για το απώτερο παρελθόν, τον κορυφαίο συνταγματολόγο Ν.Ν.Σαρίπολο, παραθέτει τούτα τα λόγια του, τα οποία καυτηριάζουν στην εξωθεσμική προσφυγή του Βασιλέως: «Ουδεμία θεωρία περί ανάγκης είναι δυνατόν να στηρίζη δικαίωμα υπό νομικήν έποψιν του Βασιλέως προς έκδοσιν αναγκαστικών διαταγμάτων…. Τοιαύτην θεωρία ουδεμίαν έχει θέσιν εν τη συγχρόνω Πολιτεία ήτις είναι πολιτεία δικαίου» (222)    
Αυτά έγραφε ο θεμελιωτής του δημοσίου δικαίου στην Ελλάδα εδώ και εκατόν πενήντα χρόνια περίπου.
6)     Μετά από έναν αιώνα, «ο Σπ. Μαρκεζίνης, εκ των πλέον αντιπροσωπευτικών Αρχηγών της Αντιπολίτευσης, ήρχισε την κριτικήν του με σφοδράς επιθέσεις κατά των «αναγκαστικών νόμων» και των «Πράξεων του Υπουργικού Συμβουλίου» διότι αλλοιώνουν βαθύτατα το κοινοβουλευτικό σύστημα» (233)
7)     Αυτή η σύσσωμη απόρριψη της αναγκαστικής νομοθεσίας αποκτά βαρύνουσα νομική και πολιτική σημασία εν όψει του γεγονότος το οποίο επισημαίνει ο Γ.Β. γράφοντας συμπερασματικά: «Όπως το εσημειώσαμεν ήδη, τα νομοθετικά διατάγματα διατηρούν κατά τρόπον σαφέστατον ωρισμένα εκ των ουσιωδών χαρακτηριστικών των «αναγκαστικών διαταγμάτων» τα οποία εκλήθησαν να αντικαταστήσουν» (253)
8)     Είναι προφανέστατο ότι η συχνή προσφυγή στη μέθοδο των Ν.Δ. συνιστά ουσιώδη αλλοίωση του κοινοβουλευτικού πολιτεύματος και οδηγεί στην επικίνδυνη αφειδάτωση της λαϊκής κυριαρχίας και της έννοιας της δημοκρατίας.          
Συνεπώς: Αν οι βουλευτές –θέλουν όχι μόνο να λέγονται αλλά και να είναι- οφείλουν ν’ απαιτήσουν την εφαρμογή του άρθρου 29 του Συντάγματος, που ορίζει: «Η νομοθετική λειτουργία ασκείται από τη Βουλή».        
Το αντίθετο, από ατολμία, από σκοπιμότητες κάθε λογής οδηγεί στην αυτοκατάργηση του συνταγματικού τους ρόλου και συνεπώς υποχρεούνται να αντισταθούν στον κοινοβουλευτικό τους αυτοενουχισμό. Οφείλουν δηλαδή να κάνουν αυτό το οποίο συνιστούσε ο Γ. Βλάχος από το 1960 γράφοντας: «Η Βουλή, εμπνεόμενη από πίστιν εις την αποστολή της, θα λάβη μόνη της την πρωτοβουλίαν να επέμβη προληπτικώς εις την πορείαν της εκτάκτου νομοθετικής διαδικασίας» (σελ. 255). Σημειώνω ότι μαυτός μο πολιτικός ευνουχισμός των αρμοδιοτήτων της Βουλής ήταν τόσο καταθλιπτικός αφού π.χ. το 1953 τα Ν.Δ. ήτα περισσότερα από τους νόμους, όπερ σήμαινε υποβάθμιση της ποιότητος και της Δημοκρατίας και του δημοσίου βίου.
Αυτό φυσικά συμβαίνει καταφανέστατα και σήμερα.
9)     Ο χώρος δεν επιτρέπει την περαιτέρω αναδίπλωση αυτού του ντοκουμένου το οποίο ρίχνει φως σ’ αυτό το τεράστιο ζήτημα δημοκρατικής υφής και λειτουργίας.            
Ευχής έργο θα ήταν να το μελετήσουν όσοι πρέπει ώστε να μη λένε και να μη γράφουν παρλαπίπες. Το έγραψα και άλλοτε επικαλούμενος τις «Αρχές της Διαλεκτικής Λογικής» «Η γνώση έχει ιστορικό περιεχόμενο και δεν βγαίνει ξαφνικά, όπως η σφαίρα από την κάννη του όπλου». 
            
Όσο για τους σιωπούντες βουλευτές, ας πάψουν επιτέλους να παίζουν το ρόλο του νεοραγιά. 

Δεν υπάρχουν σχόλια: