Δευτέρα 30 Σεπτεμβρίου 2013

Βιβλίο: «35 Κομμάτια Μνήμης και Μάχης» είναι ο τίτλος του νέου βιβλίου του πολιτικού μηχανικού Κώστα Τσαντίλη, το οποίο κυκλοφόρησε προσφάτως στη Λάρισα.

Ο πολίτης Π.Λ.Παπαγαρυφάλλου
Πρόεδρος της Επιτροπής Ενημερώσεως Εθνικών Θεμάτων

Γέννημα θρέμμα της Λάρισας ο συγγραφέας, είδε το φως της ζωής όταν γιορτάζαμε την απελευθέρωση της Λάρισας από γα γερμανικά στρατεύματα κατοχής.
Ενεργός και ανήσυχος πολίτης  ο συγγραφέας έδωσε τις μάχες του και μέσα από την ιδεολογική και πολιτική δραστηριότητα της Ανανεωτικής Αριστεράς για τα προβλήματα της πόλης μας και όχι μόνον.
Από τη θέση του δημοτικού συμβούλου για πολλά χρόνια στο Δήμο της Λάρισας, ο Κ. Τσαντίλης αντιμετώπισε πλείστα όσα προβλήματα της υπό το πρίσμα της επιστήμης από την οποία τόση ζωτική ανάγκη έχει η αυτοδιοίκηση.
Τα «35 κομμάτια Μνήμης και Μάχης» εκτείνονται σ’ ένα μεγάλο φάσμα επιστημονικών, κοινωνικών πολιτικών και περιβαλλοντολογικών θεμάτων, τα οποία αρχίζουν από την προσπάθεια για την οικοδόμηση της «ανεξάρτητης αυτοδιοίκησης» και την προβληματική της Ανανεωτικής και Οικολογικής Αριστεράς περνά από τα ουσιώδη προβλήματα της τοπικής αυτοδιοίκησης, όπως π.χ. στα ζητήματα της αποκέντρωσης και της λαϊκής συμμετοχής, και καταλήγει στη διαμόρφωση και διαχείριση του περιβάλλοντος και τις προτάσεις γύρω από την «αξιοβίωτη πόλη», μέσα «από την πολεοδομική οργάνωση της Λάρισας».
Πρόκειται, σε ό,τι αφορά τα κείμενα για την αυτοδιοίκηση, για προσπάθεια να μπάσει την επιστημονική γνώση και έρευνα, η οποία υπερβαίνει την παλιά βλαχοδημαρχική πεπατημένη του ακράτου εμπειρισμού και κομματισμού.
Κατεχόμενος από το πάθος της κοινωνικής προσφοράς, ο συγγραφέας – μέσα και από το θέατρο και τα δημοσιεύματα και τον γνήσιο επιστημονικό συνδικαλισμό επιμένει στο όραμά του για μια Αριστερά – υπό τύπον ερωτήματος – γράφοντας: «Μπορεί να βρει στις σημερινές συγκυρίες της κρίσης τον βηματισμό της, να ξεπεράσει τις αγκυλώσεις της και τον ξύλινο λόγο της…»;
Αυτό το ερώτημα θα το απαντήσει η Ιστορία.
Όμως, ο συγγραφέας αγωνιά για τη συνολική πορεία της Ελλάδας θέτοντας το αγωνιώδες ερώτημα: «Η ελληνική κοινωνία έχει διατηρήσει μέσα της εκείνες τις δυνάμεις αναζωογόνησης, οι οποίες μπορούν να ενταφιάσουν πια αυτό που έλεγε πριν 160 χρόνια ο στρατηγός Μακρυγιάννης: «Αυτός ο τόπος ούτε φτιάχνεται, ούτε χαλιέται, έτσι θα σέρνεται».
Ο ίδιος, με το φορτίο της κοινωνικής ευθύνης και πολύμορφης εμπειρίας, δίνει την απάντηση; «Φοβάμαι, ότι οι απαντήσεις σε αυτά τα ερωτήματα θα σκιάζουν τα όνειρά μας και τους εφιάλτες μας για πολλά χρόνια».
Ερώτημα σταυρικό που πλανάται στα χείλη όλων εκείνων – που δυστυχώς είναι ελάχιστοι – οι οποίοι έξω από τα μαντριά, τις μίζες και τις μάσες, αγωνιούν για την πορεία της πατρίδας.
Τέλος, μελετώντας τα διεισδυτικά και πρωτοποριακά κείμενα του σ. διαπίστωσα με ευχάριστη έκπληξη ότι έχουμε παραλλήλους βίους και ενδιαφέροντα τόσο στην τοπική αυτοδιοίκηση όσο και στησημασία του αληθινού και ενεργού πολίτη.
Αυτοί οι «παράλληλοι βίοι» προκύπτουν από το γεγονός ότι ήδη από το 1983 ο Κώστας Τσαντίλης εισηγήθηκε στην Αλεξανδρούπολη το θέμα: «Τοπική αυτοδιοίκηση και λαϊκή συμμαχία», στα πλαίσια του «Ελεύθερου Πολιτικού Εργαστηρίου», με προεδρεύουσα την Βιργινία Τσουδερού, η οποία, μια δεκαετία αργότερα, θα αποτελέσει ενεργό μέλος της πρώτη «Κίνησης Ενεργών Πολιτών» στην Ελλάδα, η οποία δημιουργήθηκε στα πλαίσια του περιοδικού «Πολιτικά Θέματα» με εκδότη τον Κώστα τον Κύρκο και τον γράφοντα.
Σε εκείνη την ενδιαφέρουσα εισήγησή του ο σ. καινοτόμος στους προβληματισμούς του, αναδεικνύοντας την καίρια σημασία της λαϊκής συμμετοχής, μέσα από την οποία σφυρηλατείται και διαμορφώνεται ο αληθινός πολίτης, έλεγε: «Οι πολίτες βλέποντας την περιθωριοποίηση της αυτοδιοίκησης και μη προσδοκώντας ουσιαστικά τίποτα από αυτή, την εγκατέλειψαν. Το γεγονός αυτό έθαψε μαζί με την αυτοδιοίκηση και τη λαϊκή συμμετοχή»  (σελ. 114).
Ήταν τότε, το 1983, που υπήρχε η προσδοκία ότι κάτι καινούργιο θα γίνει στην αυτοδιοίκηση και προς αυτή την κατεύθυνση συνέδραμε ο γράφων με τις επιστημονικές του γνώσεις μιας δεκαπενταετίας (τότε), έξω από κάθε κομματικό σχηματισμό.
Ο γράφων, ήδη από το 1978, είχε επισημάνει τον καθοριστικό ρόλο της λαϊκής συμμετοχής με πολλά του κείμενα (βλ. π.χ. «Η συνειδητή συμμετοχή του λαού στη λειτουργία της Τ.Α.» και «Η λαϊκή συμμετοχή και η δημοτική εξουσία» (Τα κείμενα αυτά, όπως και δεκάδες άλλα περιλαμβάνονται στο έργο μου: «Ιδέες – Προτάσεις – Προβληματισμοί για την Τ.Α.», εκδ. ΤΕΔΚ Ν. Λάρισας 2003).
Εν όψει του γεγονότος της ισχνής και αφυδατωμένης λαϊκής συμμετοχής στα δρώμενα της Τ.Α., που επηρέασε αρνητικά στη σμίλευση αληθινών πολιτών, στα 1992, όπως ήδη σημειώθηκε, ιδρύσαμε την πρώτη Κίνηση Ενεργών Πολιτών, η οποία μάλιστα πήρε και τη μορφή του Σωματείου (Αρ. απόφ. 498/1994 Πρωτοδικείο Αθηνών).
Της ιδρύσεως προηγήθηκε μια σειρά άρθρων του γράφοντος με το γενικό τίτλο: «Η Ελλάδα χωρίς πολίτες» (στα «Πολιτικά Θέματα»  από 15/5 έως 26/6/1992).
Παχυλή αδιαφορία από παντού, με αποτέλεσμα η Κίνηση να σβήσει μέσα στη συνωμοσία της σιωπής. Η νεολαία εντελώς απούσα. Έτρεχε πίσω από τους φαύλους πολιτικούς όχι πάντοτε ανιδιοτελώς.
Το μόνο που έμεινε από την Κίνηση αυτή ήταν τούτος ο «Ύμνος του Πολίτη», που συνέταξε η λογοτέχνις Ελευθερία Παπαγαρυφάλλου (δημοσιεύθηκε στα «Πολιτικά Θέματα» της 3 Μαρτίου 1993, σελ. 41).
Να, λοιπόν, οι στίχοι του!
Ύμνος του Πολίτη
Πολίτη, ψυχή της πολιτείας
και κινητήρια δύναμη της ιστορίας,
έξω απ’ τα δόντια τη γνώμη σου λες
σε βασιλιάδες και κάθε λογής διαφεντευτές.
Ο λόγος σου να ’ναι τσεκουράτος
Σαν αστροπελέκι, φωτιά και φως γεμάτος
Κόκαλα να τσακίζει
Θεμέλια γερά να χτίζει.
Ο θολός λαϊκισμός τη σκέψη σου να μη νοθεύει
τον καθάριο λόγο η γλώσσα πάντα να γυρεύει
μη ξεχνάς πως ο λόγος ο αληθινός
μεταμορφώνει τον κόσμο και τον σπρώχνει εμπρός
γίνεται οδηγός και φως.
Εσύ πολίτη σ’ όλους τους καιρούς
με την ενεργό συμμετοχή σου
υφαίνεις της πολιτείας τους ιστούς
και η προσφορά σου στα κοινά
ανοίγει της κοινωνίας τα φτερά.
Όταν με γνώση και ευθύνη αυτά τολμήσεις
τότε μπορείς να προχωρήσεις
και την πολιτεία μ’ αληθινά ιδανικά να ντύσεις.

Καταλήγοντας θα έλεγα:
Η υπεύθυνη και η άδολη ψυχή του Κ. Τσαντίλη ερωτά, αμφιβάλλει και αγωνιά μην αποκλείοντας τους εφιάλτες που θα συνοδεύουν όχι αυτούς που προδίδουν αλλά όσους αγωνιούν για την πορεία  της Ελλάδας και του λαού της, για τον οποίο ο γράφων άσκησε οξύτατη κριτική εδώ και πολλά χρόνια.
Αν ο Κ. Τσαντίλης γνώριζε τα κείμενά μου θα ήταν πιο απαισιόδοξος. Ενδεικτικά αναφέρω: «Η Ελλάδα χωρίς πολίτες» (σειρά άρθρων στα «Πολιτικά Θέματα» από 15 Μαΐου έως 26/6/1992) – «Η Ελλάδα χωρίς πολιτική ιδεολογία» στα Π.Θ. της 8/1/1993) – «Η κοινωνική εξαχρείωση και ο κοινωνικός εκμαυλισμός» (στα Π.Θ. της 25/7/1993) – «Ο δοσίλογος λαός» (στα Π.Θ. της 18/6/1993) – «Σάπισε το πολιτικό σύστημα» (στα Π.Θ. της 18/7/2003) – «Η μετάλλαξη των Ελλήνων και ο επερχόμενος εθνικός αφανισμός (στα Π.Θ. της 7/12/2003) – «Εισαγωγή λαού» (στα Π.Θ. της 9/1/2004) και «Αυτό τον σάπιο λαό ποιος θα τον αγοράσει;» (στα Π.Θ. της 3/10/2003).
Από το τελευταίο κείμενο πέρασαν δέκα χρόνια στα οποία επιβεβαιώθηκε η αγορά του «κυρίαρχου» λαού. Του φαύλου λαού στον οποίο ο Κ. Τσαντίλης στηρίζει τις ελπίδες του.

Δεν υπάρχουν σχόλια: